Η μέθοδος της επίδειξης στη γλωσσική διδακτική πράξη: μια βιωματική – εμπειρική προσέγγιση

Περιεχόμενα

Α. Θεωρητικό μέρος

Η μέθοδος επίδειξης

Η θεωρητική μας προσέγγιση λαμβάνει υπόψη όλες τις υπερεθνικές και εθνικές αλλαγές που αντιμετωπίζουν επιμορφωτές και επιμορφούμενοι στο σύγχρονο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα κατά το διδακτικό τους έργο, τα κοινωνικά µορφώµατα που τους επηρεάζουν, τις ευρωπαϊκές τακτικές, τη συνειδητοποίηση και εγρήγορση σε σχέση με τις πολλαπλές ταυτότητες που θέτουν στους μαθητές δύσκολα προβλήματα συμπεριφοράς και επικοινωνίας υπό το συντονισμό των εκπαιδευτικών. Σε αυτή τη διαδικασία, παρατηρείται έντονη ανάπτυξη της πολυπολιτισµικότητας στην Ελλάδα και εσωτερικές αλλαγές των φύλων που μετακινούνται ανά περιοχές (πχ. την προηγούμενη δεκαετία μπορούσαμε να μιλάμε περισσότερο για αλβανικές και ρώσικες μειονότητες, ενώ σήμερα δεχόμαστε την πρόκληση να ενσωματώσουμε στα ελληνικά σχολεία μαθητές από το Αφγανιστάν, τη Ρουμανία, το Σουδάν, την Αίγυπτο κ.ά). Η τεχνική της επίδειξης με σύμπραξη της ομάδας εργασίας κατά την επιμόρφωση αποτελεί ένα ενδιαφέρον μοντέλο εργασίας, για να προκαλέσουμε την έκπληξη και τη διάθεση για συμμετοχή σε μια επιμόρφωση. Σημαντικότερος στόχος είναι οι συμμετέχοντες να βρίσκουν νόημα στην επιμόρφωσή τους. Ακόμα κι αν έχουν δηλώσει συμμετοχή χωρίς να ενδιαφέρονται πραγματικά (με κίνητρο τη χορήγηση μιας βεβαίωσης παρακολούθησης), προσπαθούμε να κρατήσουμε στην επιμόρφωση και αυτές τις περιπτώσεις εκπαιδευτικών-ερευνητών, δημιουργώντας για όλους μια ευχάριστη διαδικασία γνώσης του εαυτού και των άλλων. Η χρηστική έκθεση πρακτικών -που παρουσιάζονται από άλλα μέλη της ομάδας- και η ενεργός συμμετοχή όλων σε κάποιες από τις δράσεις κατά την επιμόρφωση αποτελούν αξιόπιστη οδό επαγγελματικής ανάπτυξης των επιμορφούμενων.

Το μοντέλο μας στηρίζεται και αποσκοπεί στην ολόπλευρη γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική μάθηση, μέσω της κριτικής σκέψης, του αυθόρμητου και οργανωμένου λόγου και διαλόγου στην ομάδα, της επίδειξης βιωμάτων με τη γλώσσα του σώματος και με κάθε μορφής γλωσσική έκφραση. Η μέθοδος της επίδειξης χρησιμοποιείται συχνά και σε συνέδρια και επιμορφώσεις στο επιστημονικό περιβάλλον επιμορφώσεων του δυτικού κόσμου και σε εκπαιδευτικά μοντέλα που έχουν ομοιότητες με το ελληνικό. Χαρακτηρίζεται από μια πρακτική έκθεσης της δημιουργίας μιας πραγματικότητας σαν αυτήν που επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε στη σχολική τάξη. Παράλληλα, με την έκφραση αυτή ο επιμορφωτής μπορεί να εξηγεί τι ακριβώς κάνει εντάσσοντας τον συμμετέχοντα στη διαδικασία σε μια κατάσταση συνειδητοποίησης της διαδικασίας ως διδακτικής πρακτικής. Σε μια επίδειξη με βιωματική προσέγγιση στην ομάδα εργασίας, ο επιμορφωτής αξιοποιεί την παρατήρηση, τη χρήση πόστερ, τους νοητικούς χάρτες και τις προφορικές αξιολογήσεις της διαδικασίας.

Τα γνωρίσματα αυτά θεωρούνται θετικά στην επιλογή μιας εφαρμογής που στηρίζεται σε αυτή τη μέθοδο. Στάδια της μεθόδου που συνήθως ακολουθούνται είναι: 1) γνωριμία με το ακροατήριο, 2) εναρμόνιση του διδακτικού υλικού επιμόρφωσης με το γνωστικό αντικείμενο (μάθημα) και τον χρόνο υλοποίησης της διδασκαλίας, 3) αποφυγή διάλεξης και παρουσίαση τεχνικών διδακτικής προσέγγισης, ώστε να ανταποκρίνεται ο επιμορφωτής στη γνωστή ανάγκη των συμμετεχόντων που υποστηρίζουν ότι συχνά μια επιμόρφωση είναι θεωρία που δεν εφαρμόζεται στην πράξη ή στην άποψη ότι είναι πιο δύσκολο να κάνεις κάτι από το να λες τι να κάνει ο εκπαιδευτικός. Με τη μέθοδο της επίδειξης διδασκαλίας δείχνει ο επιμορφωτής εμπράκτως πώς γίνεται κάτι στην τάξη ως καλή πρακτική. Γι' αυτό, είναι σημαντικό ο επιμορφωτής να μην εστιάζει την παρουσίαση του διδακτικού υλικού του σε μια ανάγνωση όσων περιλαμβάνει μια ηλεκτρονική προβολή παρουσίασης του προγράμματος. Είναι χρήσιμη, ασφαλώς, η οπτική παράσταση και η εναλλαγή των εικόνων που προσφέρει μια ηλεκτρονική προβολή παρουσίασης, όταν αυτή διαρκεί λίγα λεπτά και συνεχίζεται αργότερα, ενδεχομένως ως εναλλαγή της παρουσίασης των δεδομένων στην ομάδα εργασίας, ως μεταγνωστική εμπειρία και εμβάθυνση σε όσα πραγματοποιήθηκαν βιωματικά ή ως εισαγωγή πριν πραγματοποιηθούν διδακτικές πρακτικές στην ομάδα εργασίας. 4) Σύμφωνα με τη μέθοδό μας, αποτελεσματική είναι η χρήση καρτών σε μια βιωματική επίδειξη καλών πρακτικών, στις οποίες προηγουμένως ο επιμορφωτής έχει γράψει λέξεις-κλειδιά για να δώσει στους συμμετέχοντες ή άλλων ερεθισμάτων αλληλεπίδρασης στην ομάδα, όπως αντικείμενα, ήχοι, εικόνες και ό,τι άλλο θα μπορούσε να θεωρηθεί πολυαισθητηριακή προσέγγιση μιας διδακτικής πρακτικής σε συγκεκριμένο αντικείμενο. 5) Ως τελικό αλλά και ολιστικό γνώρισμα μιας βιωματικής επίδειξης στα στάδια παρουσίασής της, θα τονίζαμε ότι πρέπει αυτή να παρουσιάζεται ως διδακτική εφαρμογή, δηλαδή, ως γεγονός κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επιμόρφωσης με αλληλεπίδραση των μελών στην ομάδα. Ο επιμορφωτής, σύμφωνα με τη μέθοδό μας, διερευνά σε ένα εισαγωγικό ημίωρο δραστηριοτήτων εκείνες τις πληροφορίες που χαρακτηρίζουν τη δυναμική της ομάδας συμμετεχόντων, ώστε να αντλήσει πληροφορίες για τα μέλη της, σε περίπτωση που δεν τα γνωρίζει. Ως εκ τούτου, διαπιστώνει και κατηγοριοποιεί σε γενικές γραμμές τα τρία επίπεδα που υπάρχουν κοινωνικά και πραγματικά σε κάθε ομάδα: τη συλλογικότητα, τον ανταγωνισμό και την ατομικότητα.
Μειονέκτημα-περιορισμός της μεθόδου θα μπορούσε, ωστόσο, να θεωρηθεί η απουσία χώρου, κατάλληλων υλικών και κυρίως ο μεγάλος αριθμός συμμετεχόντων (20-30 άτομα) στη διαδικασία. Απαιτείται ένας σχετικά μεγάλος χώρος για κίνηση και μια περιοχή με καθίσματα όπου κατά την επιμόρφωση οι συμμετέχοντες καταγράφουν πρακτικές, παρατηρήσεις, σκέψεις για το πώς θα μεταφέρουν στην τάξη αυτά που μόλις δοκίμασαν σε επίπεδο ομάδας στην επιμόρφωση. Οι συμμετέχοντες εμβαθύνουν μεταγνωστικά στη διαδικασία, αυτοαξιολογούνται και ετεροαξιολογούνται ανά δραστηριότητα σύμφωνα με το σχεδιασμό του επιμορφωτή. Όλα τα παραπάνω είναι σημαντικά στοιχεία μιας αποτελεσματικής υλοποίησης αυτής της μεθόδου επιμόρφωσης.

Πίνακας 1
Στάδια του θεωρητικού πλαισίου επιμόρφωσης με τη μέθοδο της επίδειξης

1. Στοχοθεσία.
2. Σχεδιασμός απο κοινού με τα μέλη της ομάδας, ώστε να γνωρίζουν και να προετοιμαστούν για μια επιμόρφωση διδακτικής πράξης και ενεργού συμμετοχής τους. Παρουσιαση νέας γνώσης (με παραδείγματα απο βιβλιογραφία, προβολή παρουσίασης, άλλες εφαρμογές της πρακτικής απο σχολεία).
3. Βιωματική επίδειξη γνώσεων, ιδεών για πρακτικές στη σχολική τάξη, σαν αυτές που προηγουμένως παρουσιάστηκαν.
4. Υλοποίηση των πρακτικών αυτών στην ομάδα ενδεικτικά.
5. Αξιολόγηση μέσα από προετοιμασμένες δράσεις και απαντήσεις σε ερωτήματα του επιμορφωτή. Συζήτηση-σχόλια-τήρηση ημερολογίου παρατηρήσης κατά τη διάρκεια της επιμόρφωσης και συμμετοχή σε δράση μετάβασης από τη θέση του δρώντος προσώπου στη θέση του κριτή για τον εαυτό και την όλη διαδικασία. οι συμμετέχοντες εκφέρουν σκέψεις για το πώς βίωσαν τη διαδικασία, επιλέγουν ποιες πρακτικές απο αυτές που βίωσαν θα ήθελαν να δοκιμάσουν στην τάξη τους. Ως εκπαιδευτικοί, εκφράζουν τι θα κρατούσαν και τι θα άφηναν πίσω τους από την όλη διαδικασία (γραπτώς κατα προτίμηση), ώστε ο επιμορφωτής να περάσει στο δικό του στάδιο αξιολόγησης της διαδικασίας και βελτίωσης των πρακτικών που αξιοποίησε κατά την επιμόρφωση.